Παιδαγωγική Τέχνη


 Η παιδαγωγική ως Τέχνη

Ο Steiner αντιλαμβάνεται την αγωγή βασισμένη στην πνευματική κοσμική ανθρωπολογία του και επεξεργάζεται τις ιδέες  του σχετικά με την παιδαγωγική μεταξύ 1906 και 1909. Η ανάπτυξη του παιδιού και του εφήβου , γίνεται αντιληπτή ως μια διαδικασία ανάπτυξης και μεταμόρφωσης δια μέσου της οποίας ξετυλίγονται σταδιακά οι κοσμικές φυσικές δυνάμεις. Το παιδί βιώνει, σύμφωνα με τον κοσμικό ρυθμό κάθε επτά χρόνια μια κρίση, μια μεταμόρφωση και μια δραματική αναγέννηση.
Από την ανθρωπολογική αντίληψη του Steiner για την τριπλή δομή του ανθρώπου προκύπτει η αρχή της ίσης προαγωγής των διανοητικών και γνωστικών δεξιοτήτων ("σκέψη"), των καλλιτεχνικών και δημιουργικών δεξιοτήτων ("συναίσθημα") και των χειροτεχνικών και πρακτικών δεξιοτήτων ("θέληση") των μαθητών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ένα σχετικά μεγάλο εύρος χειροτεχνικών και καλλιτεχνικών μαθημάτων σε σύγκριση με τα δημόσια σχολεία. Πέραν αυτού όλα τα μαθήματα θα πρέπει να περιλαμβάνουν καλλιτεχνικά στοιχεία. Η ίδια η παιδαγωγική ορίζεται από τον Steiner  ως Τέχνη παιδείας.
Ο Steiner πίστευε ότι τα σχολεία θα όφειλαν να καλύπτουν τις ανάγκες των παιδιών και όχι τις απαιτήσεις των κυβερνήσεων και των οικονομικών παραγόντων, έτσι δημιούργησε σχολεία τα οποία θα ενθάρρυναν την δημιουργικότητα και την ελεύθερη σκέψη. Σχεδίασε ένα πρόγραμμα σπουδών που ανταποκρίνεται στα αναπτυξιακά στάδια της παιδικής ηλικίας και υποβοηθά την παιδική φαντασία. Ο στόχος του σχεδιασμού αυτού, είναι να εκπαιδεύσει το παιδί ως ολότητα, «κεφάλι, καρδιά και χέρια». Οι δάσκαλοι της μεθόδου, εστιάζουν στο να δημιουργήσουν στο κάθε  παιδί μια φυσική αγάπη για την μάθηση. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούν την ελεύθερη έκφραση μέσα από τις τέχνες και τις δραστηριότητες προκειμένου να προσεγγίσουν τα ακαδημαϊκά μαθήματα  και έτσι δημιουργούν μια εσωτερική παρόρμηση στα παιδιά για μάθηση.
Η αρχή της ρυθμικής δομής ή τελετουργικοποίησης της πορείας των μαθημάτων, των ημερών, των εβδομάδων και του σχολικού έτους, όπως και η έντονη διαμόρφωση του μαθησιακού περιβάλλοντος μέσω μιας συγκεκριμένης σχολικής αρχιτεκτονικής προκύπτει από την ανθρωποσοφική προσέγγιση. Σ’ αυτό το πλαίσιο, εντάσσονται επίσης οι θεατρικές παραστάσεις κι οι συναυλίες μαθητών καθώς και οι μηνιαίοι εορτασμοί,  οι σχολικές γιορτές, τα καλλιτεχνικά πρακτικά μαθήματα, η ευρυθμία και η κηπουρική.
Η εκπαίδευση Waldorf είναι βαθειά συνδεδεμένη με την προφορική παράδοση καθώς ο προφορικός λόγος χρησιμοποιείται και χαρακτηρίζει όλα τα χρόνια της εκπαίδευσης. Τυπικά ξεκινά με τον δάσκαλο να διηγείται στα παιδιά παραμύθια σε όλη τη διάρκεια του παιδικού σταθμού, αλλά και στην πρώτη τάξη του δημοτικού.
Η σχολική ημέρα σε ένα σχολείο Waldorf αρχίζει με το κύριο μάθημα, που συνήθως διαρκεί ένα δίωρο. Εδώ διδάσκεται κατά τη διάρκεια μερικών εβδομάδων το ίδιο μάθημα (το λεγόμενο μάθημα-εποχής). Αυτό ανήκει στην σειρά μαθημάτων που δίνουν έμφαση στην γνώση όπως γλώσσα, μαθηματικά, γεωμετρία, κοινωνικές επιστήμες, τέχνη, ιστορία, βιολογία, γεωγραφία, φυσική, αστρονομία, και χημεία. Τα εξειδικευμένα μαθήματα περιλαμβάνουν ξένες γλώσσες χειροτεχνικά-καλλιτεχνικά μαθήματα, αθλητικά και γυμναστική, ραπτική, τραγούδι, ενόργανη μουσική, ευρυθμία, θρησκεία, και σε ανώτερες τάξεις, διάφορες τέχνες, όπως ξυλουργική, σιδηρουργική, σφυρηλάτηση χαλκού, οικοκυρική, ραπτική και κηπουρική, τοπογραφία και κλωστοϋφαντουργεία, βιβλιοδεσία και τεχνολογία / τεχνική μηχανική.
Για την τελική μορφή του προγράμματος των μαθημάτων έχει την ευθύνη το κάθε σχολείο. Μια βασική αρχή της λειτουργίας των σχολείων αυτών είναι η δημιουργική ελευθερία του συμβουλίου των δασκάλων. Χάρη στη στενή συνεργασία δασκάλων και γονέων, το σχολείο αποκτά ανεξαρτησία από τον κατευθυνόμενο δημόσιο προγραμματισμό.  Αν οι δάσκαλοι είναι πραγματικά δημιουργικοί, τότε το σχολείο θα γίνει τόσο ζωντανό, ώστε να δίνει στο κάθε παιδί αυτό που χρειάζεται.
Το κύριο μάθημα εποχής των πρώτων οκτώ σχολικών ετών, αναλαμβάνει ο δάσκαλος της τάξης, ο οποίος ενεργεί ως "κατευθυντήρια προσωπικότητα" καθώς «εκπροσωπεί τον κόσμο» για το παιδί, σύμφωνα με την απαίτηση του ιδρυτή της παιδαγωγικής. Τα εξειδικευμένα μαθήματα, διδάσκονται από τους εκάστοτε ειδικούς εκπαιδευτικούς.
Για κάθε μάθημα εποχής, οι μαθητές τηρούν ένα αισθητικά διαμορφωμένο τεύχος εποχής, το οποίο χρησιμοποιείται στο τέλος της εποχής και για την αξιολόγηση της απόδοσης. Σχολικά βιβλία δεν προβλέπονται και χρησιμοποιούνται σπάνια για τα μαθήματα εποχής. Ομοίως, κατά τα πρώτα σχολικά έτη, δεν χρησιμοποιούνται καθόλου ή με μεγάλη φειδώ, τα ηλεκτρονικά μέσα.
Το πρόγραμμα σπουδών των σχολείων Waldorf δεν αποτελεί ένα καθορισμένο σύνολο στόχων και θεμάτων. Το περιεχόμενο και η μέθοδος καθορίζονται από το επίπεδο ανάπτυξης των μαθητών.
Τα σχολεία Waldorf υποχρεούνται στην ολιστική παιδαγωγική και ως εκ τούτου σε μεγάλο βαθμό αποφεύγουν την διαφοροποίηση των επιδόσεων, μέσω τις κλασικής βαθμολόγησης. Παιδιά με διαφορετικές διανοητικές, κοινωνικές, συναισθηματικές, ή / και κινητικές ικανότητες διδάσκονται σε μία τάξη. Στο τέλος του σχολικού έτους δεν υπάρχει βαθμολόγηση. Αντ' αυτού, «γράφεται ένας λεκτικός χαρακτηρισμός, που είναι ένας καθρέφτης για την μάθηση και τον χαρακτήρα του μαθητή, ώστε να του δημιουργηθεί το κίνητρο προκειμένου να συνεχίσει.
Τα σχολεία Waldorf, σήμερα, διαμορφώνουν συλλογικά, τη μεγαλύτερη ίσως και την ταχύτερα αναπτυσσόμενη ομάδα μη κερδοσκοπικών και ανεξάρτητων σχολείων, παγκοσμίως.

Πηγές: